Το έκθεμα του μήνα
Μια κουδουνίστρα μαγική, αλλιώτικη απ’ τις άλλες!
Ενεπίγραφο ναόσχημο σείστρο
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Συλλογή Αιγυπτιακών Αρχαιοτήτων, αρ. ευρ. ΑΙΓ 693
Προέλευση: Αίγυπτος. Από τη δωρεά της συλλογής του Αιγυπτιώτη Ιωάννη Δημητρίου το 1880 (στο εξής: Συλλογή Ιωάννη Δημητρίου).
Διαστάσεις: ύψος: 31εκ., μέγ. πλάτος: 8εκ., μέγ. πάχος: 4,1εκ.
Χρονολόγηση: Ύστερη περίοδος, 26η Δυναστεία (Σαϊτική), 664-525 π.Χ.
Χώρος έκθεσης: Έκθεση Αιγυπτιακών Αρχαιοτήτων, Αίθουσα 41, Προθήκη 25.
jr ḏr mrr=ṯ jḥy
jw ḥḥ n(y) jḥy(.w) n kȝ=ṯ r s.wt=ṯ nb.(wt)
Αφού αγαπάς την μουσική του σείστρου, υπάρχουν εκατομμύρια μουσικά έργα για σείστρο, που προορίζονται για το Κα σου, όπου κι αν βρίσκεσαι!
(Απόσπασμα από την στήλη του βασιλιά Αντέφ ΙΙ, 11η Δυναστεία, η οποία βρίσκεται στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Ν. Υόρκης. Μετάφραση από τα ιερογλυφικά (Dominique Farout, École du Louvre).
Το σείστρο ΑΙΓ 693 ανήκει στον ναόσχημο τύπο και είναι αμφίπλευρο. Κατασκευασμένο από αιγυπτιακή φαγεντιανή[1], ένα ευαίσθητο και φίνο υλικό, ήταν πιθανότατα αφιέρωμα στη θεά Άθωρ[2], προορισμένο να της προσφέρει αιώνια ευχαρίστηση με τον μαγικό του ήχο. Η αμφίπλευρη μορφή της θεάς συμβόλιζε και την διττή της υπόσταση: επικίνδυνη αλλά συνάμα καλή. Η λαβή του είναι διακοσμημένη με ιερογλυφική επιγραφή, η οποία αναφέρεται στον βασιλιά Ψαμμήτιχο[3]: ‘’O τέλειος Θεός, Κύριος των Δυο Χωρών, βασιλιάς της Άνω και Κάτω Αιγύπτου, Ψαμμήτιχος, που ζει αιώνια’’.
Το άνω τμήμα απεικονίζει τη θεά με γωνιώδες πρόσωπο, αυτιά αγελάδας, μάτια αμυγδαλωτά, με όμορφα σχηματοποιημένα φρύδια και σχετικά φαρδιά ζυγωματικά, φορώντας αιγυπτιακή περούκα, η οποία ωστόσο δεν σώζεται ακέραιη. Το κεφάλι της θεάς στέφεται με ομοίωμα ναού με αέτωμα[4], πλαισιωμένο από διπλή σπείρα, που αναπαριστά σχηματοποιημένα κέρατα, από τα οποία φαίνεται να λείπει το άνω τμήμα, καθώς και με βασιλικό ουραίο[5]. Το σείστρο διαθέτει τρεις οπές σε κάθε πλευρά της στεφάνης, από τις οποίες περνούσαν σύρματα με δισκάρια, προκαλώντας ένα ιδιαίτερο είδος κροταλίσματος-θροΐσματος.
Το σείστρο, και συγκεκριμένα το ναόσχημο, πρωτοεμφανίστηκε την περίοδο του Αρχαίου Βασιλείου (2700-2200 π.Χ.) στην Αίγυπτο. Ο δεύτερος τύπος σείστρου ήταν ο τοξωτός, ενώ και οι δύο είχαν λαβή και έφεραν κινούμενα σύρματα με χάλκινα δισκάρια, που περνούσαν μέσα από αυτά και σειόμενα, προκαλούσαν ήχο. Κι ενώ ξεκίνησε ως ένα απλό μουσικό όργανο, στην πορεία μετατράπηκε σε τελετουργικό, το οποίο κρατούσαν και δονούσαν σαν μια μαγική κουδουνίστρα, οι ανώτεροι ιέρειες και ιερείς ή και ο ίδιος ο Φαραώ, όταν έκαναν προσφορές στη θεά Άθωρ.
Ο ήχος του σείστρου, όπως και ο ήχος ενός άλλου τελετουργικού οργάνου, του περιδέραιου μενάτ, πίστευαν ότι ανακαλούσε το θρόισμα των παπύρων στους βάλτους, όταν περνούσε η θεά με τη μορφή αγελάδας, ανάμεσά τους. Με τις μαγικές του ιδιότητες, εξευμένιζε την θεά, καθώς ως κόρη του ήλιου μπορούσε να τιμωρήσει την ανθρωπότητα όταν αυτή ξεπερνούσε τα όρια. Το σείστρο όμως, όπως πίστευαν οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, είχε και την ικανότητα να απομακρύνει τα κακά πνεύματα, κυρίως τον Σεθ, τον θεό του χάους και της καταστροφής. Όντας άρρηκτα συνδεδεμένο με τη θεά Άθωρ, είχε ‘’αποκτήσει’’ και τις δυνάμεις της. Έτσι, το σείστρο συμβόλιζε τη χαρά, τη μουσική και τον χορό αλλά και τον ερωτισμό, χαρακτηριστικά της θεάς.
Η μουσική και ο χορός ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής των αρχαίων Αιγυπτίων, άμεσα συνδεδεμένα με τους θεούς και τις τελετές προς τιμήν τους, καθώς και με τις μεταθανάτιες πεποιθήσεις τους και τις πολυάριθμες γιορτές τους, θρησκευτικές και μη. Τα μουσικά όργανα που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Αιγύπτιοι και έχουν έρθει στο φως είναι πολυάριθμα και πανέμορφα, ενώ απεικονίζονται πάρα πολύ συχνά στην τέχνη.
Στην Αιγυπτιακή Συλλογή του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου ανήκουν συνολικά πέντε σείστρα, καθώς και άλλα μουσικά όργανα, τα οποία εκτίθενται στην αφιερωμένη στη μουσική προθήκη 25 της αίθουσας 41, που προσφέρουν στον επισκέπτη μια αντιπροσωπευτική εικόνα της χαρούμενης αυτής πτυχής από τη ζωή των αρχαίων Αιγυπτίων!
[1] Υλικό, το οποίο αποτελείται κυρίως από κονιορτοποιημένο χαλαζία, αλκάλια και χρωστικά οξείδια μετάλλων, με μπλε ή πράσινη υαλώδη επίστρωση. Χρησιμοποιήθηκε στην κατασκευή σκαραβαίων, φυλακτών, ειδωλίων (ουσάμπτι), αγγείων και πολλών άλλων αντικειμένων, με ταφική ή μη χρήση. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν τη λέξη tjehenet, για να το προσδιορίσουν, που σήμαινε αυτό που είναι σπινθηροβόλο και λαμπερό όπως το φως του ήλιου, του φεγγαριού και των άστρων.
[2] Η θεά Άθωρ απεικονιζόταν ως γυναίκα με αυτιά αγελάδας ή με αιγυπτιακή περούκα, κέρατα και τον ηλιακό δίσκο στο κεφάλι ή ως αγελάδα. Το όνομά της σημαίνει ‘’Σπίτι του Ώρου’’ και εφόσον ο Φαραώ ήταν ο θεός Ώρος προσωποποιημένος, η θεά θεωρείτο η θεϊκή μητέρα κάθε βασιλιά, ο οποίος έφερε, μεταξύ άλλων, και τον τίτλο ‘’Γιος της Άθωρ’’
[3] Δεν γνωρίζουμε ωστόσο σε ποιον βασιλιά Ψαμμήτιχο από τους τρεις, αναφέρεται καθώς δεν διευκρινίζεται στην επιγραφή.
[4] Επιγραφές στον ναό της θεάς στα Δένδερα υποδεικνύουν ότι κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή περίοδο, ο ναός συμβόλιζε την μνημειώδη πύλη (bhn) από την οποία το Μπα (προσωπικότητα ή ψυχή) της θεάς, το οποίο εμπεριεχόταν στο άγαλμα, περνούσε την Πρωτοχρονιά στη στέγη του ναού για να δεχτεί τις πρώτες αχτίνες του ήλιου!
[5] Αρχετυπικό σύμβολο της βασιλείας με τη μορφή ανασηκωμένης κόμπρας, έτοιμης να επιτεθεί, τοποθετημένο πάνω από το μέτωπο στα περισσότερα βασιλικά διαδήματα, με ισχυρό αποτρεπτικό συμβολισμό κατά των δαιμόνων και των εχθρών.
Αργυρώ Γρηγοράκη
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Dunn Friedman Fl., 1998, Faience: the brilliance of eternity, Τhe Gifts of the Nile. Ancient Egyptian Faience, Thames & Hudson, p. 15-21.
Fekri, M.M, 2003, Les attributs de la déesse Hathor, Proceedings of the third Conference of Archaeology, Cairo University-Al Fayoum branch, on Egyptian Oases and Deserts along the History, p. 5-20.
Gros de Beler A., 1998, La Mythologie Égyptienne, Molière, Collections Splendeurs.
Lichtheim, M. 1975, Ancient Egyptian Literature, A Book of Readings, vol. I, Berkeley, Los Angeles, London, p. 94-96.
Manniche, L., 2010, The cultic significance of the sistrum in the Amarna period, The Egyptian Culture & Society Studies in honour of Naguib Kanawati, vol. II, Publications du Conseil Suprême des Antiquités de l Égypte, p. 13-26.
Reynders, M., 1998, ‘’Names and Types of the Egyptian Sistrum’’, Chr. J. Eyre (ed.), Proceedings of the Seventh International Congress of Egyptologists, Leuven, Peeters Publishers, p. 1013-1026.
Saura-Ziegelmeyer, Ar., 2015, ‘’Agiter le sister pour la déesse: reconstituer la production sonore d un idiophone’’, PALLAS 98, p. 215-235.
Shaw I. and Nickolson P., 1995, British Museum Dictionary of Ancient Egypt, London, British Museum Press.
Spencer P., 2003, Dance in Ancient Egypt, New Eastern Archaeology 66, no. 3, p. 111-121.