Το έκθεμα του μήνα
Σύσσωμοι οι Έλληνες γεμίζουν τα στάδια
Χάλκινη εικονιστική κεφαλή από άγαλμα πυγμάχου
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Συλλογή Έργων Μεταλλοτεχνίας, αρ. ευρ. Χ6439
Προέλευση: Ιερό Ολυμπίας
Διαστάσεις: Ύψος 28 εκ.
Χρονολόγηση: 330-320 π.Χ.
Χώρος έκθεσης: Αίθουσα 28
Το φυσικών διαστάσεων κεφάλι ανήκε σε άγαλμα ολυμπιονίκη πυγμάχου. Αποκαλύφθηκε στο ιερό άλσος της Ολυμπίας (Άλτις), όπου βρισκόταν το πανελλήνιο ιερό του Δία και τελούνταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Στα μαλλιά φέρει στεφάνι από κλαδί αγριελιάς, τον κότινο των ολυμπιονικών, από τον οποίον σώζονται το κλαδί δεμένο πίσω και μερικοί μίσχοι από τα φύλλα που έχουν εκπέσει. Η πυκνή κόμη, η γενειάδα από αχτένιστους μικρούς βοστρύχους και το παχύ μουστάκι ζωντανεύουν με εγχάρακτες λεπτομέρειες. Στα μικρά μάτια οι κόρες ήταν ένθετες από άλλο υλικό. Το πλαδαρό δέρμα και οι ρυτίδες στο μέτωπο και στις άκρες των ματιών μαρτυρούν προχωρημένη ηλικία, ενώ η παραμορφωμένη μύτη και το πρήξιμο σε αυτιά, ζυγωματικά και μύες μετώπου αποκαλύπτουν πολύχρονους πυγμαχικούς αγώνες και ώρες σκληρής προπόνησης. Η ρεαλιστικά αποδοσμένη μορφή του ύστερου 4ου αι. π.Χ. πιθανότατα αποτελεί το πορτρέτο του διάσημου πυγμάχου Σατύρου από την Ήλιδα. Ο Παυσανίας, περιηγητής του 2ου αι. μ.Χ., αναφέρει ότι στην Ολυμπία ήδη από τον 6ο αι. π.Χ. στήνονταν ανδριάντες προς τιμήν των ολυμπιονικών και μεταξύ αυτών είδε και του Σατύρου (VI,4,5), έργο του Αθηναίου χαλκοπλάστη Σιλανίωνος[1]. Οι αθλητές του επιπέδου του Σατύρου θεωρούνταν από τα άτομα με τη μεγαλύτερη επιρροή στην κοινωνία, δέχονταν υπέρτατες τιμές και προνόμια και εξασφάλιζαν δόξα αιώνια.
Ο Σάτυρος ήταν δύο χρονιές νικητής στους Ολυμπιακούς Αγώνες, αλλά είχε πετύχει νίκες και σε άλλους πανελλήνιους αγώνες της αρχαιότητας, συγκεκριμένα στα Nέμεα και στα Πύθια, που τελούνταν στο ιερό του Δία στη Νεμέα και του Απόλλωνα στους Δελφούς αντίστοιχα. Τα Ίσθμια στο ιερό του Ποσειδώνα στην Ισθμία, πλησίον της Κορίνθου, συμπλήρωναν την τετράδα των μεγάλων πανελλήνιων αγώνων που συγκέντρωναν πλήθος κόσμου, αθλητών και θεατών, από όλο τον τότε γνωστό ελληνικό κόσμο. Τα Ολύμπια και τα Πύθια τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια, τα Νέμεα και τα Ίσθμια κάθε δύο και ήταν κατανεμημένα με τέτοιον τρόπο, ώστε οι Έλληνες να προσέρχονται σε πανελλήνιους αγώνες κάθε έτος[2]. Έχουν χαρακτηριστεί στεφανίτες αγώνες, επειδή το έπαθλο του νικητή ήταν ένα απλό στεφάνι από κλαδί αγριελιάς στην Ολυμπία, δάφνης στους Δελφούς, αγριοσέλινου στη Νεμέα και πεύκου στην Ισθμία.
Οι πανελλήνιοι αγώνες συνδέονταν στενά με τη θρησκευτική ζωή των αρχαίων Ελλήνων, τελούνταν σε σημαντικά ιερά κέντρα και στο πλαίσιο πανελλήνιων εορτασμών προορισμένων να τιμήσουν τους θεούς τους[3]. Ήταν μία ευκαιρία συνάντησης όλων των Ελλήνων, που συνέβαλλε στην ενίσχυση όσων τους ένωναν, στην άμβλυνση όσων τους χώριζαν και παράλληλα στην τόνωση του εθνικού συναισθήματος και της πίστης στην κοινή καταγωγή. Πρωτίστως όμως οι πανελλήνιοι αγώνες ήταν μία μεγάλη γιορτή του αθλητισμού. Οι θεατές γέμιζαν τα στάδια για να παρακολουθήσουν, να θαυμάσουν και να επευφημήσουν τους αθλητές που αγωνίζονταν στο πένταθλο (αγώνας δρόμου, πάλη, άλμα εις μήκος, ρίψη δίσκου και ακόντιου), την πυγμαχία, το παγκράτιο, τις ιπποδρομίες και αρματοδρομίες, σε μία εποχή που η άθληση ήταν συνυφασμένη με τον άνθρωπο, ενώ το αγωνιστικό ιδεώδες αντικατοπτρίζεται σε όλες τις εκφάνσεις του βίου των αρχαίων Ελλήνων.
[1] Ο Σιλανίων ειδικευόταν σε αγάλματα ανθρώπων και πορτρέτα. Έδρασε τον ύστερο 4ο αι. π.Χ., σε μία εποχή που σφράγισαν με το έργο τους ανυπέρβλητοι καλλιτέχνες, όπως ο Πραξιτέλης, ο Σκόπας και ο Λύσιππος.
[2] Ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων, που ανασύρθηκε από το ναυάγιο ανοικτά των Αντικυθήρων και αναγνωρίζεται ως ο αρχαιότερος σωζόμενος πολυσύνθετος αστρονομικός και ημερολογιακός φορητός μηχανικός υπολογιστής στον κόσμο, είναι εξοπλισμένος με τον λεγόμενο δίσκο των Αγώνων, που αντιστοιχεί στον τετραετή κύκλο της Ολυμπιάδας. Στα τέσσερα διάχωρά του έχουν διαβαστεί οι επιγραφές ΙΣΘΜΙΑ, ΟΛΥΜΠΙΑ, ΝΕΜΕΑ, ΠΥΘΙΑ, όπως επίσης ΝΑΑ (ταυτίζονται με τα ΝΑΪΑ, τελούνταν στη Δωδώνη προς τιμήν του Δία) και πιθανώς ΑΛΙΕΙΑ (= αγώνες προς τιμήν του θεού Ήλιου που λάμβαναν χώρα στη Ρόδο την ελληνιστική εποχή). Ο δίσκος των Αγώνων εντοπίζεται στο θραύσμα Β του Μηχανισμού των Αντικυθήρων (ΕΑΜ, αρ. ευρ. Χ 15087) και η λειτουργία του εξακριβώθηκε στο πλαίσιο της εξέτασης του συνόλου των σωζόμενων θραυσμάτων με σύγχρονες τεχνολογικές μεθόδους από την Ομάδα Μελέτης του Μηχανισμού των Αντικυθήρων (2005 κι εξής).
[3] Η ανάδειξη των τεσσάρων συγκεκριμένων ιερών συνδέεται με τη γεωγραφική τους θέση, με την πολιτική ισχύ των ίδιων ή της πόλης-κράτους που επιστατούσε σε αυτά, αλλά κυρίως με παλαιότατες παραδόσεις και την απαρχή θέσπισης τοπικών αγώνων εκεί, αρχικά προς τιμήν εγχώριου ήρωα ή επιφανούς νεκρού.
Αλεξάνδρα Χατζηπαναγιώτου
Bιβλιογραφία:
Dafas, K., Greek Large-scale Bronze Statuary. The Late Archaic and Classical Periods, London 2019, 134-136, πίν. 157-159.
Καλτσάς, N., Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Τα Γλυπτά, Αθήνα 2001, 248, αρ. κατ. 517.
Καλτσάς, N. (επιμ.), ΑΓΩΝ, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, 15 Ιουλίου – 31 Οκτωβρίου 2004, Αθήνα 2004, 218-219, αρ. κατ. 108 (Μ. Ζαφειροπούλου).
Σταμπολίδης, Ν. – Τασούλας, Γ. (επιμ.), Ολυμπιονίκες της Αρχαιότητας, Αθήνα 2004, 111.
Vorster, Chr., “Die Porträts des 4. Jahrhunderts v. Chr.” in Bol, B.C.(Hrsg.), Die Geschichte der Antike Bildhauerkunst II, Klassische Plastik, Mainz am Rhein 2004, 397-399, 544, εικ. 369.
Ενδεικτική βιβλιογραφία για τους πανελλήνιους αγώνες:
Evjen, H.D., Ancient Greek athletics: an overview, Athens 2018.
Καλτσάς, N. (επιμ.), ΑΓΩΝ, Κατάλογος Έκθεσης, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, 15 Ιουλίου – 31 Οκτωβρίου 2004, Αθήνα 2004.
Miller, S.G., Ancient Greek athletics, New Haven/London 2004.
Σπαθάρη, Ε., Το Ολυμπιακό Πνεύμα, Αθήνα 2004.
Ενδεικτική βιβλιογραφία για τον δίσκο των Αγώνων στον Μηχανισμό των Αντικυθήρων:
Kaltsas, N. – Vlachogianni, El. – Bouyia, P. (eds.), The Antikythera Shipwreck, the ship, the treasures, the mechanism, April 2012 – April 2013, National Archaeological Museum, Athens 2012, 247, 266.
Jones, Α., A Portable Cosmos. Revealing the Antikythera Mechanism, Scientific Wonder of the Ancient World, New York 2017, 50, 87-94.