Ρωμαϊκή περίοδος
Ρωμαϊκή γλυπτική – 1ος αιώνας π.Χ. μέχρι 5ος αιώνας μ.Χ. (αίθουσες 31-33)
Από το 2ο αιώνα π.Χ. ο ελλαδικός χώρος σταδιακά κατακτάται από τους Ρωμαίους, μέχρι την οριστική επικράτησή τους το 31 π.Χ., και την πτώση του βασιλείου των Πτολεμαίων.
Το οικοδομικό πρόγραμμα για την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, προκαλεί διπλό αντίκτυπο: αρχικά, οι ελληνικές πόλεις απογυμνώνονται από τους καλλιτεχνικούς τους θησαυρούς, που ως λάφυρα μεταφέρονται στη Ρώμη, ταυτόχρονα με τη μετεγκατάσταση εκεί και κάποιων καλλιτεχνών. Στη συνέχεια, νέα τοπικά εργαστήρια δημιουργούνται για να αντιμετωπιστεί η ζήτηση αντιγράφων κλασικών και ελληνιστικών έργων. Αργότερα, το 2ο αιώνα μ.Χ., αναδεικνύεται και πάλι η Αθήνα ως καλλιτεχνικό κέντρο, κυρίως λόγω της εύνοιας των φιλελλήνων αυτοκρατόρων Αδριανού και Αντωνίνου Ευσεβούς. Τότε αναδεικνύεται και μια νέο-αττική παραγωγή με κύρια προϊόντα τα διακοσμητικά ανάγλυφα (μαρμάρινους πίνακες για ανάρτηση σε τοίχο) (αρ. 5147, αίθουσα 31), τις μαρμάρινες σαρκοφάγους (αρ. 1186, αίθουσα 32) και τα τραπεζοφόρα (μαρμάρινα στηρίγματα τραπεζιών) (αρ. 2706, αίθουσα 33).
Η ρωμαϊκή διοίκηση υπηρετείται από την τέχνη και ιδιαίτερα τη γλυπτική, με τη δημιουργία πορτρέτων του αυτοκράτορα, της οικογένειάς του, καθώς και αξιωματούχων ή ανθρώπων του πνεύματος, όπως διαδοχικά παρουσιάζονται ανά δυναστεία. Ξεχωρίζουν ο μπρούντζινος έφιππος ανδριάντας του Οκταβιανού Αυγούστου από τη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Ευβοίας και Αγίου Ευστρατίου (αρ. Χ 23322, αίθουσα 31) και το πορτρέτο του συντρόφου του Αδριανού Αντίνοου, ωραίου νέου που πνίγηκε στο Νείλο (αρ. 417, αίθουσα 32).