Το έκθεμα του μήνα
Φιλόμβριος, υγρός αοιδός από τη Σάμο
“… τὸν Νυμφῶν θεράποντα, φιλόμβριον, ὑγρὸν ἀοιδόν,
τὸν λιβάσιν κούφαις τερπόμενον βάτραχον…”
Ελληνική Ανθολογία, VI.43 (Πλάτων)
Χάλκινος κρουνός
Συλλογή Έργων Μεταλλοτεχνίας, αρ. ευρ. Χ16512
Προέλευση: Ηραίο Σάμου
Διαστάσεις: Μήκος 15 εκ., μέγ. ύψος 12 εκ.
Χρονολόγηση: 625-600 π.Χ.
Χώρος έκθεσης: Αίθουσα 37α, Προθήκη 43 (αρ. 38)
Στο ιερό της Ήρας στη Σάμο, κατά τις ανασκαφές του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, αποκαλύφθηκε ένας χυτός κρουνός σε σχήμα κεφαλιού λιονταριού πάνω στο οποίο κάθεται ένας βάτραχος[1]. Θηρίο και αμφίβιο αποδίδονται μετωπικά. Το λιοντάρι παρουσιάζεται με ανοικτό στόμα, προεξέχουσα γλώσσα και με βαθιές θηλειόσχημες αυλακώσεις γύρω από το ρύγχος, μάρτυρες επίδρασης από ασσυριακά πρότυπα απεικόνισης λιονταριών. Το άκρο του λαιμού περιβάλλεται από τριπλή προεξέχουσα ταινία και διατηρεί μικρό τμήμα από το κυλινδρικό στέλεχος για την προσαρμογή του κρουνού σε τοίχο οικοδομήματος. Ο βάτραχος, σε οκλάζουσα στάση και σε απόλυτη ηρεμία, αποδίδεται νατουραλιστικά. Η εικόνα είναι διαχρονική και οικεία: ένας βάτραχος κάθεται στον κρουνό μίας κρήνης, έτοιμος να βουτήξει στο νερό με τον παραμικρό θόρυβο. Βρέθηκε σε μία ορθογώνια δεξαμενή του 7ου αι. π.Χ. κοντά στη Νότια Στοά του Ηραίου, η οποία θα δρόσιζε τους λατρευτές που θα έμπαιναν στο ιερό ερχόμενοι από τη θάλασσα. Το έργο φιλοτέχνησε Σάμιος καλλιτέχνης με ζωηρή φαντασία, τόλμη στη σύλληψη και δεξιότητα στην εκτέλεση, που δικαιώνει τη φήμη της πατρίδας του ως κέντρου με αναγνωρισμένη παράδοση στη χαλκοτεχνία. Αποτελεί χαρακτηριστική δημιουργία για την Ανατολίζουσα περίοδο, δηλαδή τον 7ο αι. π.Χ., όταν έργα και μοτίβα από την Αίγυπτο και σημαντικά κέντρα της Εγγύς Ανατολής, όπως η Ασσυρία, η Βαβυλωνία και η Βόρεια Συρία, εμπνέουν τους καλλιτέχνες στις ελληνικές πόλεις. Στο «πολυεθνικό» Ηραίο της Σάμου ήρθαν στο φως τα πιο πλούσια εισηγμένα χάλκινα ευρήματα, που χρονολογούνται από τον ύστερο 8ο έως τον πρώιμο 6ο αι. π.Χ., περίοδο που ταυτίζεται με την ακμή του νησιού.
Ο κρουνός συνταιριάζει δύο στοιχεία της πανίδας με έντονο συμβολισμό. Ο βάτραχος, ως αμφίβιο ον, κατοικεί σε λίμνες, ποτάμια, βάλτους, πηγάδια και κρήνες, δηλαδή σε μέρη όπου κυριαρχεί το υγρό στοιχείο. Στην αρχαιότητα, ήδη από τα προϊστορικά χρόνια, σχετιζόταν με τη γονιμότητα και την αναγέννηση, κυρίως λόγω της σχέσης του με το νερό και της ιδιότητάς του να μεταμορφώνεται μέσα στη λάσπη από γυρίνο σε ενήλικο βάτραχο, παρουσιάζοντας με σαφήνεια τον κύκλο της ζωής και του θανάτου[2]. Στην αρχαία Αίγυπτο η σύνδεση των βατράχων με τη γονιμότητα ήταν ιδιαίτερα έντονη και οπτικοποιούνταν με τα εκατομμύρια γυρίνων που γεννιούνταν μετά την ετήσια πλημμύρα του Νείλου, η οποία καθιστούσε το διψασμένο χώμα γόνιμο. Η αιγυπτιακή θεά της γονιμότητας και της αναγέννησης Heqet απεικονιζόταν είτε ως βάτραχος είτε με κεφάλι βατράχου. Στην αρχαία Ελλάδα έχουν βρεθεί αφιερώματα που αναπαριστούν βατράχους κυρίως σε ιερά ιδρυμένα σε θέσεις με έντονο το υγρό στοιχείο – και κατ’ επέκταση με άφθονα βατράχια – όπου λατρεύονταν γυναικείες θεότητες με γονιμικές ιδιότητες, όπως η Άρτεμις, η Ήρα, η Δήμητρα και η Λητώ[3].
Το λιοντάρι, σύμβολο δύναμης, ανδρείας και κυριαρχίας, χρησιμοποιούνταν για αιώνες στη διακόσμηση δημόσιων και ιδιωτικών κτηρίων[4], διαθέτοντας σε δεύτερο επίπεδο και αποτροπαϊκό-προστατευτικό χαρακτήρα, εξ ου και η χρήση του ως επιτύμβιο μνημείο, ενώ οι κρουνοί σε μορφή λεοντοκεφαλών σε κρήνες είναι εξαιρετικά διαδεδομένοι από την αρχαιότητα έως σήμερα.
[1] Στις 23 Νοεμβρίου 1943 η Σάμος καταλήφθηκε από τα γερμανικά στρατεύματα Κατοχής και ο κρουνός, μαζί με άλλα ευρήματα από το Ηραίο, όπως το μαρμάρινο άγαλμα της Φιλίππης από το σύνταγμα του Γενέλεω και το περίφημο χάλκινο αγαλμάτιο αυλητή, μεταφέρθηκε τον Μάιο του 1944 από τους W. Kraiker και H. Wrede, αρχαιολόγους και ανασκαφείς του Ηραίου, στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών «προς προσωρινή εξασφάλιση». Τα αντικείμενα επέστρεψαν στη Σάμο σταδιακά τα έτη 1955, 1965 και 1967. Ο κρουνός και ο αυλητής (ΕΑΜ αρ. ευρ. Χ16513) παρέμειναν στο Μουσείο και εκτίθενται στη μόνιμη έκθεση της Συλλογής Έργων Μεταλλοτεχνίας (Αίθουσα 37α, προθήκες 43-44).
[2] Σε αυτό το πλαίσιο εξηγείται η παρουσία του μοτίβου του βατράχου σε κτερίσματα, δηλαδή αντικείμενα που συνοδεύουν τους νεκρούς στην τελευταία τους κατοικία.
[3] Στο ιερό της Λητούς στην Ξάνθο της Λυκίας κυκλοφορούσαν πολλά βατράχια. Ο Οβίδιος στις Μεταμορφώσεις του (VI. 370-381) έδωσε την ακόλουθη εξήγηση: η Λητώ, αφού είχε γεννήσει τον Απόλλωνα και την Άρτεμη και αναζητώντας κρησφύγετο από τη ζηλόφθονη Ήρα, έφτασε στην Ξάνθο. Οι χωρικοί της περιοχής δεν της επέτρεψαν να πιει νερό από μία λίμνη, έτσι η θεά τους μεταμόρφωσε σε βατράχια, τα οποία παρέμειναν στο χώρο ίδρυσης του κατοπινού Λητώου.
[4] Ενδεικτικό παράδειγμα είναι η παρουσία λεοντοκεφαλών στη μαρμάρινη σίμη-υδρορρόη του Ναού της Ήρας στο Ιερό της θεάς στο Άργος.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bevan, E., Representations of animals in sanctuaries of Artemis and other Olympian deities, Oxford 1986, 150-158 και ειδικότερα 155, 405.
Βοκοτοπούλου, Ι., Ελληνική Τέχνη. Αργυρά και χάλκινα έργα τέχνης, Αθήνα 1997, 222, αρ. 25.
Buschor, E., Altsamische Standbilder III, Berlin 1934, 56-58, εικ. 213, 216-217.
Buschor, E., “Heraion von Samos: Frühe Bauten”, AM 55 (1930), 30, πίν. Ι.
Gabelmann, H., Studien zum frühgriechischen Löwenbild, Berlin 1965, 114, αρ. 46.
Kyrieleis, H., Führer durch das Heraion von Samos, Athen 1983, 90-91, εικ. 67.
Rolley, Cl., Les bronzes grecs, Fribourg 1983, 78, εικ. 59.
Rolley, Cl., “Le serpent et la cigale”, Kölner Jahrbuch 33 (2000), 261 σημ. 4.
Για τη μεταφορά αρχαιοτήτων από τη Σάμο στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, βλ.
Τσάκος, Κ. – Βιγλάκη-Σοφιανού, M., Σάμος. Τα Αρχαιολογικά Μουσεία, Αθήνα: Κοινωφελές Ίδρυμα Ι. Σ. Λάτση, 2012, 24, 28.
https://www.latsis-foundation.org/content/elib/book_19/samos_gr.pdf
Πετράκος Β., Το Παρελθόν σε Δεσμά, Αθήνα 2021, vol. 2: 219-221, vol. 4: 45-46, 50.
Alexandra Kankeleit, Stolen and returned. The Marble Statue of Philippe from Samos, στο Irene Bald Romano (ed.), The Fate of Antiquities in the Nazi era, RIHA Journal 0282-0294, 2023.
https://journals.ub.uni-heidelberg.de/index.php/rihajournal/article/view/92770
Για το Ηραίο της Σάμου, βλ. Τσάκος, Κ. – Βιγλάκη-Σοφιανού, M., όπ.π. 67 κι εξής.
Ενδεικτική βιβλιογραφία για τον βάτραχο στην αρχαιότητα:
Kitchell, K.F. Jr., Animals in the ancient world from A to Z, New York 2014, 72-73.
Lewis, S. – Llewellyn-Jones, L., Animals in Antiquity. A Sourcebook with Commentaries, London New York 2018, 565-572.
Bevan, E., Representations of animals in sanctuaries of Artemis and other Olympian deities, Oxford 1986, 150-158.